
έχει ένα παράθυρο ανοικτό και άλλο ένα πάντα κλειστό.
Το πρώτο βλέπει στη δύση και το άλλο στην ανατολή.
Το βλέμμα πηγαινοέρχεται.
Εκεί όπου μπαίνεις κάθε μέρα, έχει και πίσω πόρτα για έξοδο κινδύνου.
Εκεί όπου ζεις,
έχει μια ασπρόμαυρη τηλεόραση με χαλασμένη τη φωνή
και μια έγχρωμη με χαλασμένη την εικόνα,
έτσι ευτυχώς, βγαίνεις από το δίλημμα ποια να κρατήσεις και ποια να πετάξεις.
Απλά βλέπεις από την μία και ακούς από την άλλη...
Εκεί όπου ξυπνάς,
έχει ένα διπλό και ένα μονό κρεβάτι.
Κοιμάσαι στο μονό και ξυπνάς με παρέα στο διπλό.
Δεν κατάλαβες ποτέ πως γίνεται αυτό,
αλλά ούτε θέλησες να ρωτήσεις την παρέα σου για να μάθεις.
Εκεί όπου τρως,
έχει ένα πολύ ψηλό και ένα πολύ χαμηλό τραπέζι.
Στο ψηλό κάθεσαι και τα πόδια σου είναι στον αέρα,
στο χαμηλό γίνεσαι ένα με τη γη.
Μα που θα ακουμπήσεις για να σταθείς
Εκεί όπου ξεκουράζεσαι,
έχει ένα καινούργιο και έναν παλιό καναπέ.
Ο παλιός αγκαλιάζει κάθε γωνιά του κορμιού σου,
ο καινούργιος σε ισιώνει.
Τρέχεις συνέχεια από τον ένα στον άλλο, μα κανείς δεν σε ικανοποιεί.
Το σπίτι σου είναι μια πολυώροφη μονοκατοικία.
Τι κι αν είναι φτιαγμένο σε ένα επίπεδο;
Εσύ αισθάνεσαι το βάρος πολλών ορόφων τσιμέντου από πάνω σου.
Το μοιράζεσαι με άλλον έναν άνθρωπο, αλλά νομίζεις ότι μένεις μόνος σου.
Αυτό είναι το σπίτι της αμφιθυμίας σου, αγαπημένε μου!
Με μπλε ταβάνι γεμίζει τα νερά των ματιών σου.
Με γκρι τοίχους θωρακίζει τη θλίψη σου.
Το έχτισες με (ι)δανεικά για να τα πουλήσεις.
Εκεί καλείς τους φίλους σου και όταν έρχονται τους διώχνεις -μετάνιωσες.
Εκεί φωνάζεις για να γίνεις ένα με τη σιωπή.
Εκεί μεγαλώνεις από συνήθεια.
Το σπίτι της αμφιθυμίας κατοικεί μέσα σου, αγαπημένε μου!
Είναι ο εαυτός σου,
ο μοναδικός!